Ξεκινώντας Ψυχοθεραπεία: η πρώτη συνεδρία.

Η ψυχοθεραπεία

Η ψυχοθεραπεία είναι μια προσωπική επιλογή και, ως τέτοια, χαρακτηρίζεται ως μια διαδικασία μετατόπισης της προσοχής στα βαθύτερα επίπεδα του Εγώ. Είναι ένα ταξίδι αυτογνωσίας, μέσω του οποίου ο θεραπευόμενος έρχεται σε επαφή με συναισθήματα, σκέψεις, βιώματα που τον επηρεάζουν στην καθημερινότητα του, είτε συνειδητά είτε ασυνείδητα.

Σκοπός της ψυχοθεραπείας είναι να γίνουν αντιληπτές οι καταστάσεις που επηρεάζουν αρνητικά τη ζωή του θεραπευόμενου και να τις κατανοήσει. Η κατανόηση, η αποδοχή και η επιθυμία για εξέλιξη, οδηγούν στην αυτό – ίαση του ατόμου. Η διαδικασία αυτή γίνεται σε ένα ασφαλές και υποστηρικτικό περιβάλλον, με τη βοήθεια του ψυχοθεραπευτή.

Η πρώτη συνάντηση

Ο θεραπευτής και ο θεραπευόμενος είναι δύο άτομα τα οποία καλούνται να συνεργαστούν και να αναπτύξουν τη θεραπευτική σχέση. Ο θεραπευτής από την πρώτη συνάντηση θα δημιουργήσει ένα κλίμα ασφάλειας, υποστήριξης, αποδοχής και σεβασμού, ώστε να μπορέσει να αναπτυχθεί η θεραπευτική σχέση και κυρίως ο θεραπευόμενος να εμπιστευτεί τον θεραπευτή.

Η ανάπτυξη θεραπευτικής σχέσης, είναι το «καλωσόρισμα» στο ταξίδι της αυτογνωσίας. Ωστόσο, η ψυχοθεραπεία δεν είναι ένα ταξίδι χωρίς όρια. Το επόμενο στάδιο, το οποίο γίνεται με ευθύνη του θεραπευτή, είναι η τοποθέτηση της διαδικασίας σε ένα πλαίσιο. Το θεραπευτικό πλαίσιο. Στη φάση αυτή, γίνεται ενημέρωση για τη διαδικασία, την συχνότητα των συναντήσεων, τη χρονική διάρκεια, την αμοιβή. Τα στοιχεία αυτά, μπορεί να φαίνονται σαν «τυπικά» ή «διαδικαστικά», αλλά αποτελούν εργαλεία – όρους ενός «συμβολαίου» που εξυπηρετούν την εύρυθμη λειτουργία της θεραπευτικής σχέσης.

Στη συνέχεια θα δοθεί «χώρος» στον θεραπευόμενο να εκφράσει το αίτημα του, το θέμα που τον απασχολεί και για το οποίο ζήτησε τη βοήθεια ενός ειδικού. Ο θεραπευτής πρέπει να κάνει σαφές ότι στο πλαίσιο της θεραπευτικής σχέσης, η καλλιέργεια της εμπιστοσύνης είναι το πιο σημαντικό: ο θεραπευόμενος πρέπει να αισθάνεται άνετος να εκφράσει οποιοδήποτε σκέψη του, οτιδήποτε έχει συμβεί και τον επηρέασε, χωρίς το φόβο της επίκρισης.

Βέβαια, το πόσο θα «ανοιχτεί» ο θεραπευόμενος στην πρώτη συνάντηση, είναι δική του επιλογή: τόσο μοίρασμα κάθε φορά, όσο του επιτρέπεται για να νιώθει ασφάλεια. Αν παρομοιάσουμε τη διαδικασία με μια σκάλα, τότε κάθε φορά θα ανεβαίνουμε και ένα σκαλοπάτι, αργότερα δυο κτλ.

Ο θεραπευτής είναι εκεί για να ακούσει αυτό που ο θεραπευόμενος έχει ανάγκη να εκφράσει. Είναι εκεί για να τον ακούσει ενεργητικά, να τον καταλάβει, να τον αναγνωρίσει ως ένα ξεχωριστό και μοναδικό άτομο, που μπορεί να επιλέγει ελεύθερα και αυθόρμητα για την ύπαρξή του. Είναι εκεί με μια στάση ανοιχτή προς τον άλλον για να τον γνωρίσει καλύτερα, να σταθεί στο πλάι του, να συνδέεται μαζί του. Είναι παρών ακόμα και μέσα στην σιωπή.

Μέσα σ’ αυτό το πλαίσιο της θεραπευτικής σχέσης και της αποδοχής του άλλου, αναδύεται ο σεβασμός προς το πρόσωπο του θεραπευόμενου. Κάθε πρόσωπο είναι ξεχωριστό και μοναδικό και στην ψυχοθεραπευτική διαδικασία όλοι είναι ισότιμοι και ελεύθεροι. Δεν υπάρχουν «φυσιολογικοί ή μη», «αυθεντίες» και «συγκρίσεις». Ο θεραπευόμενος έρχεται ελεύθερα στην ψυχοθεραπεία, ελεύθερα επιλέγει τον θεραπευτή, τα ζητήματα που τον απασχολούν και ελεύθερα επιλέγει να εξελιχθεί.

Αυτό που πρέπει να γίνει, εν τέλει, κατανοητό είναι ότι η ψυχοθεραπεία μόνο οφέλη μπορεί να δώσει στον καθένα από εμάς: θα έρθουμε σε επαφή με τα συναισθήματά μας, τις σκέψεις και τα βιώματα και θα διαμορφώσουμε νέα, πιο δημιουργικά και λειτουργικά. Από το δωμάτιο της ψυχοθεραπείας, θα βγούμε στον ίδιο κόσμο. Αυτό που θα έχει αλλάξει όπως θα είναι η οπτική μας προς αυτόν -και σε όσα συμβαίνουν-, και η ερμηνεία του.